top of page

Haritini's Blog

Αναζήτηση

O Ντρίπης βοηθά τον Φρίξο, 22 Δεκεμβρίου


Σήμερα 22 Δεκεμβρίου! E, καλά, ο χαμός!!! Όλοι σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης τρέχουν από εδώ και από εκεί γιατί πια δεν έχει μείνει καθόλου χρόνος. Τραγουδούν τα γνωστά τραγούδια που βοηθούν να είναι στον ρυθμό για να φτιάξουν παιγνίδια ακόμη και για το πιο μικρό παιδάκι που έχει κάνει μια ευχή στον Αι Βασίλη.

Οι τάρανδοι προπονούνται καθημερινά στις απογειώσεις και στις προσγειώσεις, στο να στέκονται ακίνητοι πάνω από την καμινάδα, ενώ ο Αι Βασίλης κατεβάζει τα δώρα. Με την γλώσσα έξω είναι συνέχεια από το συνεχές τρέξιμο και τις πτήσεις. Λαχανιασμένοι φυσούν και ξεφυσούν, αλλά σε δύο ημέρες θα είναι απόλυτα έτοιμοι! Ο Άγιος Βασίλης τους ταϊζει, τους φροντίζει, τους παινεύει και τους ενθαρρύνει για να αντέξουν όλη την προπόνηση!

Αλλά, όπως εσείς θέλετε ν' ακούσετε ιστορίες και να πάρετε δώρα από τον Άγιο Βασίλη, μήπως έχετε σκεφτεί αν το ίδιο θέλουν και τα ξωτικάκια; Δηλαδή, τα μικρά παιδιά των ξωτικών! Τι κάνουν άραγε τα ξωτικάκια; Πώς περνούν την ώρα τους όταν όλοι οι μεγάλοι δουλεύουν αυτές τις μέρες για να τελειώσουν τα παιγνίδια που ετοιμάζουν;

Είναι ωραίο να τα σκέφτεστε γιατί και τα μικρά ξωτικά παιδάκια είναι. Η καρδιά τους λατρεύει την αγάπη και την φροντίδα της μαμάς και του μπαμπά. Ο νους τους ταξιδεύει με τις ιστορίες που τα ξωτικά λένε, που συχνά έχουν να κάνουν με τους ανθρώπους! Σας κάνει εντύπωση; Μα γιατί; Όπως οι άνθρωποι λένε ιστορίες για τα ξωτικά και περιγράφουν τις ιδιαιτερότητες τους, έτσι και τα ξωτικά κάνουν κι αυτά με τους ανθρώπους!

Ειδικά οι γιαγιάδες-ξωτικά λένε πολλές ιστορίες με ήρωες καθημερινούς ανθρώπους για να κρατήσουν την προσοχή των μικρών ξωτικών και να τα βοηθήσουν να μάθουν μέσα από τις ιστορίες. Θα σας διηγηθώ λοιπόν μία ιστορία που είχε διηγηθεί η γιαγιά Αβέλυα στα 13 εγγόνια της, για να καταλάβετε τι εννοώ!

Ήταν λοιπόν ο Φρίξος. Ένα μικρό αγοράκι που είχε την Άννα για μαμά και τον Τέλη για μπαμπά. Ο Φρίξος με την οικογένεια του ζούσαν σε ένα μικρό σπίτι, το οποίο όμως παρότι μικρό, είχε όλα όσα χρειάζονταν για να ζουν ευχαριστημένοι και χαρωποί, χωρίς παράπονα. Ο Τέλης πήγαινε κάθε μέρα στους αγρούς και τους καλλιεργούσε για να τους δίνει η γη τα τρόφιμα που χρειάζονταν. Άλλα το έτρωγαν οι ίδιοι, και άλλα τα αντάλλασσαν με τρόφιμα άλλων.

Η δουλειά στην γη δεν ήταν εύκολη, αλλά έτρεφε καλά την οικογένεια. Η μαμά στο σπίτι φρόντιζε τις κότες, τις πάπιες και τις κατσίκες, ζύμωνε ψωμί, έφτιαχνε βούτυρο και γιαούρτι, και κρατούσε την οικογένεια και το σπιτικό σε τάξη.

Ήταν μία συνηθισμένη αγροτική οικογένεια, θα έλεγε κάποιος. Ο Φρίξος όμως ήταν ένα ιδιαίτερο παιδί. Δεν ήταν συνηθισμένος. Όταν τον έβλεπες δεν φαινόταν κάποια διαφορά από άλλα παιδιά της ηλικίας του. Ήταν ξανθωπός, με κανονικά χαρακτηριστικά, και ένα μεγάλο χαμόγελο συνέχεια στα χείλη. Αλλά τα πράγματα δεν είναι όπως φαίνονται! Και ο Φρίξος δεν ήταν έτσι!

Ο Φρίξος είχε την δυνατότητα από την καρδιά του να βλέπει και ν’ αναγνωρίζει τα πραγματικά αισθήματα των ανθρώπων, των ζώων και των πραγμάτων με τα οποία ερχόταν σε επαφή. Καλά, θα μου πεις, όλα τα παιδιά δεν μπορούν να το κάνουν αυτό; Ναι, μπορούν! Όμως, η αλήθεια είναι ότι σιγά-σιγά με την εκπαίδευση από την οικογένεια και το σχολείο αρχίζουν να μην πολυπιστεύουν στην ικανότητά τους και αυτή ξεθωριάζει και ξεχνιέται.

Ο Φρίξος είχε διατηρήσει ζωντανή αυτή την ικανότητα. Δεν είχε ξεχαστεί, ούτε είχε ξεθωριάσει. Και παρότι ήταν μόνος στο σπίτι και δεν είχε άλλα παιδιά για παρέα, είχε καταφέρει να κρατήσει την σύνδεση με τον μαγικό κόσμο, και να βλέπει και να προσκαλεί στον χώρο του ένα σωρό περίεργα, αλλόκοτα, κουκουρούκου, και παράξενα πλάσματα!

Αυτά τα πλάσματα ο Φρίξος τα έβλεπε καθαρά, τους μιλούσε και εκείνα του απαντούσαν και του έλεγαν τις δικές τους ιστορίες! Έτσι ο Φρίξος όλη μέρα είχε την καλύτερη παρέα που θα μπορούσε να έχει! Στους γονείς του δεν έλεγε πολλά γιατί εκείνοι δεν πίστευαν σ' αυτά τα πράγματα, που μάλλον τους φόβιζαν ή τα θεωρούσαν τρελαμάρες.

Η ζωή της οικογένειας κυλούσε ήρεμα και καλά για πολύ καιρό. Οι εποχές έρχονταν και έφευγαν, και όλα φαινόντουσαν κανονικά. Ξαφνικά, από το πουθενά, ένας τρομερός χιονιάς πάγωσε όλη την σοδειά που ο Τέλης τόσο σκληρά δούλευε να παράγει. Όλοι οι κόποι ενός χρόνου πήγαν χαμένοι. Δεν έμεινε τίποτε σχεδόν από τα σπαρτά και δεν υπήρχε τρόπος να αναπληρώσουν το έλλειμμα στις τροφές για τον επόμενο χρόνο.

Στο σπίτι η ατμόσφαιρα έγινε πολύ βαριά. Τα γέλια και τα πειράγματα, τα αστειάκια και οι κατεργαριές, όλα σταμάτησαν. Ο Τέλης και η Άννα επί ώρες κάθονταν σε μια καρέκλα χωρίς να μιλάνε έχοντας μία έντονη διάθεση για καυγά και φασαρία. Το σπίτι τους δεν ήταν πια το συνηθισμένο ευχάριστο περιβάλλον που είχαν γνωρίσει, αλλά ένας χώρος που υπήρχαν αρνητικά συναισθήματα και πόνος.

Ο Τέλης σκεπτόταν πώς θα τάιζε την οικογένεια του, πώς θα μπορούσε να πάρει καινούργιους σπόρους για να φυτέψει την νέα σοδειά. Σκεφτόταν ποιός θα μπορούσε να τον βοηθήσει, αφού και όλοι οι άλλοι στην περιοχή ήταν στην ίδια κατάσταση. Η Άννα ένοιωθε ότι ο άντρας της δεν ήταν καλά και αυτό την στενοχωρούσε πολύ. Προσπαθούσε με τα αυγά από τις κότες και τις πάπιες να καλύπτει τις άμεσες ανάγκες για φαγητό, αλλά μέσα της φοβόταν για το τι θα γινόταν σε λίγο καιρό.

Όπως και να το κάνεις, ήταν μια δύσκολη κατάσταση και καθώς πλησίαζαν και τα Χριστούγεννα, η κατάθλιψη ερχόταν για να θρονιαστεί για τα καλά στο σπίτι, αντί να έρθει η χαρά και η αγάπη.

Παραδόξως, ο μόνος που δεν τα είχε βάψει μαύρα ήταν ο μικρός Φρίξος! Ο Φρίξος με την αόρατη παρέα του έβλεπαν όλες τις βαριές και δύσκολες ενέργειες που περιφέρονταν μέσα στο μικρό σπίτι. Στην αρχή μόνο τις παρατηρούσαν για να δουν τι θα κάνουν. Όταν όμως ο Φρίξος κατάλαβε ότι αυτές οι βαριές μαύρες ενέργειες διείσδυαν όλο και βαθύτερα στους γονείς του, αποφάσισε να κάνει κάτι για αυτό.

Πρώτα ρώτησε τα αόρατα περίεργα πλασματάκια που του έκαναν παρέα, τι θα μπορούσε να κάνει για να έχει φαγητό η οικογένειά του. Ο Ντρίπης, που ήταν ο πιο πολύξερος και πολυγυρισμένος απ' αυτά τα πλασματάκια, του είπε: «Βρες ό,τι ψωμιά και ό,τι σπόρους έχουν μείνει στο σπίτι και φέρτα για να κάνουμε μαγικά».

Ο Φρίξος πράγματι βρήκε ό,τι παλιά ψωμιά και σπόρους υπήρχαν στο σπίτι, μάζεψε ό,τι βρήκε και στην αυλή, μέχρι που πήρε ακόμη και από το φαί των ζώων του σπιτιού, και γέμισε ένα κουβαδάκι. Μετά το πήγε στο δωμάτιο του και φώναξε την παρέα του με τα αόρατα μικρά πλασματάκια.

Με αρχηγό τον Ντρίπη όλα τα πλασματάκια έκαναν ένα κύκλο γύρω από το κουβαδάκι και άρχισαν να χορεύουν και να τραγουδούν.


«Της γης η αφθονία

είναι δοσμένη με σοφία,

κάθε σπόρος κάθε φύλλο

είναι δώρο από τον φίλο,

έναν φίλο φωτεινό

που τον λέγανε Χριστό».


Ήταν φανερό ότι η αγάπη του Φρίξου με την βοήθεια του Ντρίπη και των υπόλοιπων αόρατων πλασμάτων είχε συνδεθεί με τον Χριστό και έτσι άρχισαν θαύματα να γίνονται! Το κουβαδάκι άρχισε να γεμίζει και να ξεχυλάει από ψωμιά, από σπόρους, από καρπούς και απ’ όλα τα καλά του Θεού!

Είχε τόσο ανοίξει η καρδιά του Φρίξου καθώς ήταν ενωμένος με τα αόρατα πλασματάκια για τον κοινό σκοπό τους, που το κουβαδάκι έβγαζε και έβγαζε και έβγαζε ασταμάτητα τα τρόφιμα, τα φρούτα, τα ψωμιά και όλων των λογιών τα φαγητά!

Οι αόρατοι φίλοι του Φρίξου, με τον Ντρίπη αρχηγό άρχισαν να πετάνε παντού ολόγυρα στο δωμάτιο αφήνοντας χρυσόσκονη. Μετά ξαμολύθηκαν πετώντας και γέμισαν με χρυσόσκονη όλο το υπόλοιπο σπίτι! Ο Τέλης και η Άννα δεν μπορούσαν να τους δουν, αλλά ξαφνικά και χωρίς κανένα λόγο άλλαξαν διάθεση. Δεν μπορούσαν να εξηγήσουν το γιατί. Η μαυρίλα και η κατάθλιψη σιγά-σιγά διαλύθηκε και έφυγε. Η ατμόσφαιρα σ’ όλο το σπιτικό άλλαξε.

Τότε, ο Φρίξος άνοιξε την πόρτα του δωματίου του και άρχισε να τους φέρνει τα τρόφιμα, τα φαγιά, και τους καρπούς που είχαν βγει μέσα στο κουβαδάκι του! Οι γονείς του έμειναν άναυδοι. Δεν μπορούσαν να το πιστέψουν. Έτριβαν τα μάτια τους. Όμως, έβλεπαν το τραπέζι του σπιτιού τους να γεμίζει από λαχταριστά και ζεστά ψωμιά και φαγητά! Απορημένοι και ξαφνιασμένοι, ρώτησαν τον Φρίξο τι και πώς έγινε αυτό το θαύμα. Γιατί περί θαύματος επρόκειτο! Αυτό ήταν αναμφισβήτητο, ακόμα και για εκείνους που ήταν μεγάλοι και ώριμοι και προσγειωμένοι άνθρωποι!

Ο Φρίξος είπε:

"Προσευχήθηκα στον Χριστό για να μας βοηθήσει και αυτός (και η παρέα του είπε από μέσα του) αποφάσισε να κάνει το θαύμα. Το θαύμα γίνεται μόνο όταν έχεις ανοικτή την καρδιά και δέχεσαι και καταδέχεσαι να δεις και να γνωρίσεις την αόρατη, κρυφή, μυστική, μαγική, πλευρά των πραγμάτων".

Εκείνη την βραδιά θα την θυμούνται όλοι στο σπίτι του Φρίξου, γιατί τέτοιες βραδιές ζουν για πάντα μέσα στο μυαλό και στις καρδιές των ανθρώπων. Τις λένε οι παπούδες και οι γιαγιάδες στα εγγόνια τους, και εκείνα στα δικά τους, και έτσι ποτέ καμία ιστορία αγάπης και θαυμάτων δεν ξεχνιέται.

Αυτές τις ιστορίες οι άνθρωποι τις τιμούν πολύ και τις σέβονται βαθιά γι’ αυτό και δεν τις γράφουν ποτέ σε βιβλία και χαρτιά. Τις κρατάνε ζωντανές στις καρδιές τους και ζουν μέσα τους παντοτινά».

Έτσι τελείωσε η ιστορία που διηγήθηκε η γιαγιά Αβέλυα. Τέτοια παραμύθια και ιστορίες λένε στα μικρά ξωτικά οι γιαγιάδες τους και έτσι αυτά μέσα από τις διηγήσεις τους μαθαίνουν και καταλαβαίνουν καλύτερα τον κόσμο των ανθρώπων.

Και οι γιαγιάδες καταλαβαίνουν πότε μία ιστορία αρέσει στα εγγονάκια τους, γιατί μόλις τελειώσουν την διήγηση, εκείνα ανυπόμονα, γλυκαμένα κι ευχαριστημένα, αμέσως φωνάζουν «Έλα, γιαγιά, πες μας τώρα άλλη μία!»….

O ρόργκος, το ξωτικό που κοιτά τ’ αστέρια,

με την Χαριτίνη, την νεράϊδα που αγαπά τις κολοκύθες!



copyright 2013-2022


0 Σχόλια

Πρόσφατες αναρτήσεις

Εμφάνιση όλων

Comments


bottom of page